Ο Πρόεδρος του Ιδρύματος, Gordon Conway, στα 1999, ανέφερε πως το Ίδρυμα Rockefeller είναι «…ένα ίδρυμα με στόχο τη βελτίωση και την προστασία της ζωής των φτωχών λαών του πλανήτη…».
Η Εταιρεία, προκειμένου να διεισδύσει στις χώρες όπου στόχευε, έκανε επιλογή ιδρυμάτων, φορέων, επιστημόνων αλλά και πολλών ΜΚΟ τους οποίους εκπαίδευε στις Η.Π.Α.
Το ίδρυμα, από την ίδρυσή του στα 1914 από την οικογένεια της Standard Oil, χρηματοδότησε σειρά επονείδιστων ερευνητικών προγραμμάτων όπως π.χ. εκείνα της Κοινωνίας των Ευγενών για τη φυλετική καθαρότητα που χρησιμοποίησαν οι Ναζί. Για να επισκιάσει τα επικριτικά σχόλια που εγέρθηκαν μετά τον Β΄ Πόλεμο, το ίδρυμα έστρεψε την ερευνητική του δραστηριότητα στην Προστασία του Περιβάλλοντος, τον περιορισμό των φυσικών πόρων και τον υπερπληθυσμό.
Στο τελευταίο τέταρτο του αιώνα, το ίδρυμα χρηματοδοτεί κατά κόρον ερευνητικά προγράμματα βιοτεχνολογίας, γενετικής μηχανικής και μεταλλάξεων λόγω της εμπλοκής του σε προγράμματα ελέγχου της πληθυσμιακής αύξησης στον Τρίτο Κόσμο.
Τα μέσα ελέγχου και κυριαρχίας
Στα 1972, ο Πρόεδρος Νίξον κάλεσε το μέλος του Δ.Σ. του Ιδρύματος, Τζων Ροκφέλερ ΙΙΙ, να αναλάβει την Προεδρία μιας επιτροπής με τον τίτλο : «Πληθυσμός και το μέλλον της Αμερικής». Στα πεπραγμένα της Επιτροπής αυτής βασίστηκε το Υπόμνημα του Χένρι Κίσινγκερ για την Εθνική Ασφάλεια, γνωστό ως NSSM 200 που εκδόθηκε τον Απρίλιο του 1974.
Το πρόγραμμα Τροφή και Πετρέλαιο αποτέλεσε τη βασική στρατηγική του Κίσινγκερ ως Δ/ντη του Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας και υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ.
Ο Κίσινγκερ όφειλε την πολιτική του σταδιοδρομία και την ιδιαίτερη δύναμή του στην Οικογένεια Ροκφέλερ η οποία, με τη σειρά της, στήριξε, από την αρχή της ίδρυσης της Standard Oil Trust στα 1900, την πολιτική της στη γεωπολιτική του πετρελαίου και του ελέγχου μεγάλων περιοχών υψηλής σημασίας σε φυσικούς πόρους.
Τα προγράμματα ελέγχου των γεννήσεων στον Τρίτο Κόσμο έγιναν προαπαιτούμενο για τη χορήγηση οικονομικής βοήθειας ή για την εφαρμογή προγραμμάτων από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την Παγκόσμια Τράπεζα, ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1970. Το Μνημόνιο NSSM 200, που αποκαλύφθηκε για πρώτη φορά στα 1989, κάνει λόγο για 13 χώρες κλειδιά για τις ΗΠΑ οι οποίες είναι: η Ινδία, το Πακιστάν, το Μπαγκλαντές, η Ινδονησία, η Ταϊλάνδη, η Νιγηρία, οι Φιλιππίνες, η Τουρκία, η Αίγυπτος, η Αιθιοπία, το Μεξικό, η Βραζιλία και η Κολομβία.
Το Μνημόνιο αυτό αποτελεί ακόμα σήμερα ανεπίσημη πολιτική των Η.Π.Α., παρά την πίεση που δέχεται η Κυβέρνηση Μπους στα θέματα του ελέγχου των γεννήσεων από θρησκευτικές Ομάδες Καθολικών και Ευαγγελιστών. Ο ρόλος του Ιδρύματος Rockefeller παραμένει σημαντικός, εστιαζόμενος σήμερα στην εφαρμογή μεθόδων γενετικών μεταλλάξεων στην αγροτική παραγωγή σε χώρες κλειδιά στην Ασία, την Αφρική και τη Λατινική Αμερική.
Στα 1971, το ίδρυμα Rockefeller, σε συνεργασία με την Παγκόσμια Τράπεζα, δημιούργησε έναν Συμβουλευτικό Οργανισμό για την έρευνα σε θέματα Αγροτικής Παραγωγής (CGIAR). Ο Οργανισμός αυτός διαθέτει 16 ερευνητικά κέντρα σε όλο τον κόσμο, και κυρίως στις αναπτυσσόμενες χώρες, τα οποία χρηματοδοτούνται με περίπου 350 εκατομ. $ ετησίως και λειτουργεί κάτω από την ομπρέλα της Παγκόσμιας Τράπεζας.
Ο στόχος της CGIAR είναι η προώθηση « της βιώσιμης αγροτικής παραγωγής που να εξασφαλίζει την ασφάλεια των τροφίμων». Χρησιμοποιώντας την τεράστια πολιτική και οικονομική του επιρροή, ο Οργανισμός έχει επεκτείνει τον έλεγχο σε ποικιλίες φυτών και σε γενετικό υλικό παγκοσμίως.
Επιπλέον, το ίδρυμα Rockefeller είναι ο κύριος χρηματοδότης μιας Διεθνούς Υπηρεσίας για την Απόκτηση Αγρο-Βιοτεχνολογικών εφαρμογών (ISAAA).
Κάθε Πρόεδρος των Η.Π.Α., από την περίοδο διακυβέρνησης του Μπους στα 1992 και έπειτα, έχει θέσει τη γενετική μηχανική και τις εφαρμογές της βιοτεχνολογίας πολύ ψηλά στην πολιτική ατζέντα.
Η Φιλοσοφία του Οργανισμού αυτού είναι ότι, όσο ο παγκόσμιος πληθυσμός αυξάνεται στις χώρες του Τρίτου Κόσμου, γεγονός που οξύνει τη ζήτηση τροφής, τόσο πιο αναγκαία γίνεται η εισδοχή τεχνολογιών από τον Βορρά για την κάλυψη της ζήτησης αυτής.
Στην προβληματική που αναπτύσσεται για την υιοθέτηση γενετικών μεταλλάξεων, αποκρύπτεται το γεγονός ότι, εκτός των άλλων, η χρησιμοποίηση μεταλλαγμένων σπόρων συνοδεύεται από εκτεταμένη χρήση φυτοφαρμάκων που μόνο οι μεγάλες αυτές εταιρείες διαθέτουν.
Επεκτείνοντας τον έλεγχο μέσω της Γενετικής Μηχανικής
Οι πιο ενδεικτικές ποικιλίες στις οποίες βρίσκει εφαρμογή η Γενετική Μηχανική είναι αυτές του ρυζιού, της σόγιας, του σιταριού, της ελαιοκράμβης και πολλών ακόμα συνδυασμών τους.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ISAAA, το 2003, η παγκόσμια παραγωγή Γενετικά Μεταλλαγμένων σπόρων έφτασε στα 68 εκατομ. στρέμματα, γεγονός που σημαίνει 15% αύξηση μέσα σ’ ένα χρόνο!
Η Ολοκλήρωση της Τεχνολογίας
Εάν χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία, η Ινδονησία ήταν σε θέση να δημιουργήσουν συνθήκες αυτάρκειας στην παραγωγή τροφής και να αυτονομηθούν από τη διατροφική εξάρτηση των Η.Π.Α., η ηγεμονία της Αμερικής θα απειλούνταν παρά τη στρατιωτική κυριαρχία της. Ο πολιορκητικός κριός των Η.Π.Α. για τη διατήρηση της κυριαρχίας στον χώρο των τροφίμων είναι η Monsanto. Βασική επιλογή του Ιδρύματος Rockefeller στα 1999 ήταν η στήριξη της εταιρείας στην απόφασή της να μην «εμπορευματικοποιήσει» την «ολοκληρωμένη τεχνολογία» της για τους μεταλλαγμένους σπόρους.
H απόφαση αυτή της εταιρείας πάρθηκε προκειμένου να εκτονωθεί η αντίθεση στα μεταλλαγμένα που είχε αναπτυχθεί ιδιαίτερα στην Ευρώπη. Η «ολοκληρωμένη τεχνολογία» είναι η ατομική βόμβα στον χώρο της αγροτικής παραγωγής με πολλά πνευματικά δικαιώματα να κατέχονται από το αντίστοιχο Υπουργείο Γεωργίας των Η.Π.Α. Οι «άγονοι σπόροι» θα λύσουν το μεγάλο πρόβλημα της Monsanto και των άλλων γιγάντων της βιοτεχνολογίας να συγκεντρώσουν μεγάλα ποσά για σπόρους που θα «πατενταριστούν» και θα μετατραπούν σε μεταλλαγμένους, κάτι που έγινε εφικτό στο πλαίσιο των πρόσφατων συνομιλιών της GATT για το εμπόριο των «πατεντών».
Το ελεύθερο εμπόριο στα αγροτικά προϊόντα βρίσκεται στην καρδιά του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου. Σύμφωνα με τις ρυθμίσεις της GATT και του Γύρου της Ουρουγουάης, στις αρχές του 1990, οι πολυεθνικές εταιρείες έχουν το δικαίωμα να εισπράττουν ποσά για τη χρήση των πνευματικών τους δικαιωμάτων. Κάτω από την πίεση των Η.Π.Α., οι μεγάλες εταιρείες έχουν το δικαίωμα να πατεντάρουν πολλές ποικιλίες φυτών –σύμφωνα με την ιδιαίτερη συμφωνία των TRIPs– παρότι πολλά από αυτά, για εκατοντάδες χρόνια, βρίσκονταν υπό τον έλεγχο των κοινωνιών τους. Η Ουάσινγκτον, μέσω της συμφωνίας των TRIPs, πίεσε τις αναπτυσσόμενες χώρες να πληρώσουν μεγάλα ποσά, κατηγορώντας τις για πειρατεία, επειδή δεν πλήρωναν δικαιώματα για τη χρήση των πατενταρισμένων ποικιλιών!! Ο Μίκι Κάντορ, αντιπρόσωπος των Η.Π.Α. στις συνομιλίες του Γύρου της Ουρουγουάης, βρίσκεται σήμερα στο Διοικητικό Συμβούλιο της Monsanto!
Μέσω των συμφωνιών TRIPs, η ελβετική εταιρεία Syngenta διατηρεί πλήρη έλεγχο στις περισσότερες ποικιλίες ρυζιού στο Πακιστάν, στην Ινδία και στη Ν. Ανατολική Ασία.
Μεταλλαγμένοι σπόροι -Ο νέος βιολογικός πόλεμος
Η αγροτο-βιομηχανία, στις μέρες μας, ελεγχόμενη από μια χούφτα πολυεθνικών, είναι η δεύτερη πιο κερδοφόρα βιομηχανία μαζί με αυτή της φαρμακοβιομηχανίας, με ετήσιο τζίρο πάνω από 800 εκατομ. $. Η αμερικανική κυβέρνηση και το επιτελείο του Μπους έχει πολύ στενές σχέσεις με τις εταιρείες αυτές, προεξαρχούσης της Monsanto.
Η παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας σε φτωχές χώρες αποτελεί σήμερα ένα βασικό μέσο πίεσης για την αποδοχή των μεταλλαγμένων σπόρων και της βιοτεχνολογίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί και το πρόγραμμα για την καταπολέμηση του AIDS στην Αφρική με την συμμετοχή πολλών μεγάλων Μ.Κ.Ο.
Η διασταύρωση των DNA, παρά τη φαινομενική δυνατότητα για δημιουργία πιο ανθεκτικών ποικιλιών, χρησιμοποιείται σήμερα για την εισαγωγή τοξικών βακτηρίων σε πολλές ποικιλίες φυτών μετατρέποντας τις έτσι σε βιολογικά όπλα! Ενδεικτικό παράδειγμα είναι το glyphosate με το όνομα Roundup που πωλείται μαζί με μεταλλαγμένους σπόρους από την ίδια εταιρεία προκειμένου να χρησιμοποιηθεί σαν ενσωματωμένο φυτοφάρμακο.
ΕΔΩ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου