Α. Συνομιλία με τα Πυθαγόρεια σύμβολα
«Έλεγόν τε και οι άλλοι Πυθαγόρειοι μη είναι προς πάντας πάντα ρητά».
(Και οι άλλοι Πυθαγόρειοι έλεγαν ότι δεν προορίζονταν για όλους όλες οι διδασκαλίες).
(Διογ. Λαερτίου, «Βίοι Φιλοσόφων», Πυθαγόρας, 16, απόδ. Ν. Κυριοπούλου, εκδ. ΠΑΠΥΡΟΣ).
Μέρος της Πυθαγορείου διδασκαλίας ήτο αφιερωμένον εις τα «Σύμβολα», τα οποία οι μαθηταί, δεσμευόμενοι από την εντολήν της «εχεμυθίας», δεν απεκάλυπταν εις τους αμυήτους, άλλα έκαναν χρήσιν με μυστικόν τρόπον μόνον εκείνοι εις τας μεταξύ των διαλέξεις και συγγραφάς.
Γράφει ο Ιάμβλιχος εις τον «Πυθαγορικόν Βίον»:
«Και ει μη τις αυτά (τα σύμβολα) εκλέξας διαπτύξειε και αμώκω εξηγήσει (περιλάβοι) γελοία αν και γραώδη δόξειε τοις εντυγχάνουσι τα λεγόμενα λήρου μεστά και αδολεσχίας, επειδάν μέντοι κατά το των συμβόλων τούτων τρόπον διαπτυχθή και φανά και ευαγή αντί σκοτεινών τοις πολλοίς γένηται. Θεοτροποίοις και χρησμοίς τισι του Πυθίου αναλογεί και θαυμαστήν εκφαίνει διάνοιαν, δαιμονίαν τε επίπνοιαν εμποιεί τοις νενοηκόσι των φιλολόγων».
(Και αν κανείς δεν θα ερμήνευε αυτά τα σύμβολα, αφού τα ξεχώριζε, και δεν θα τα εξηγούσε (κατανοούσε) με σοβαρότητα, θα φαίνονταν στους συνομιλητές γελοία και ανόητα τα λεγόμενα, γεμάτα φλυαρία και απάτη. Όταν όμως ερμηνευτούν κατά τον τρόπο των συμβόλων, θα γίνουν για τους πολλούς φανερά και καθαρά αντί για σκοτεινά. Είναι δε όμοια με προφητείες και μερικούς χρησμούς του Πυθίου Απόλλωνα και φανερώνουν θαυμαστή διάνοια και δαιμόνια έμπνευση προκαλούν στους νοήμονες, από τους λάτρεις της φιλοσοφικής συζήτησης).
(Ιάμβλιχος, «Πυθαγορικός Βίος» 105, απόδ. Σταυρούλα Λαμπροπούλου, εκδ. ΙΑΜΒΛΙΧΟΣ).
Η φιλοσοφική ερμηνεία των γεωμετρικών σχημάτων, συνδυαζομένη με την ποιοτικήν ταυτότητα των αριθμών (και όχι την ποσοτικήν διαβάθμισιν), ήταν μέρος της διδασκαλίας των «συμβόλων». Η ερμηνεία του Πυθαγορείου θεωρήματος, του αποκαλουμένου «Ζωογονικού Τριγώνου», είναι η εξής:
Το τρίγωνον είναι η νοητική παράστασις του αριθμού τρία, «διότι υπάρχει κάτι εις την φύσιν των πραγμάτων που έχει αρχήν, μέσην και τέλος», η δε φύσις των πραγμάτων περικλείεται και οριοθετείται υπό του γεωμετρικού σχήματος του τριγώνου.
Ο Πρόκλος (Πολ. II 48, 2, 4) δίδει μίαν παραστατικήν απεικόνισιν της φύσεως του τριγώνου, το οποίον περιγράφει ως την Ζωογόνον Πηγήν της Ψυχής αιτίαν πάσης ζωής. Προφανώς ο Πρόκλος είχε κατά νουν την έκφρασιν «Ζωογονικόν Τρίγωνον» του Πυθαγόρου, όταν το περιέγραφε με τους ανωτέρω χαρακτηρισμούς (εκ του βιβλίου «Ο Πυθαγόρας και η Μυστική Διδιασκαλία του Πυθαγορισμού», Πέτρου Γράβιγγερ, εκδ. ΙΔΕΟΘΕΑΤΡΟΝ σελ. 228):
ΠΟΙΟΤΗΤΕΣ ΤΡΙΓΩΝΩΝ
Τα 3 εκ των 4 τριγώνων που περιγράφουν την ψυχήν κατά τον Πρόκλον.
Απουσιάζει το ορθογώνιον σκαληνόν τρίγωνον.
«Και δια τούτο το τρίγωνον αρμόζει προς την ζωογόνον Πηγήν, αιτίαν πάσης ζωής, όπως και ο κύκλος, ως λέγουν, αρμόζει προς τον αγκυλομήτην θεόν (Κρόνον). Πρβ. Πρόκλ. εν Τιμ. Ι 96, 14. Επειδή τώρα τα τρίγωνα είναι τριών ειδών, το μεν ισόπλευρον, όπως έλεγε και ο Ξενοκράτης, είναι αφιερωμένον “ανείται” εις όλας τας θείας ψυχάς, δεδομένου ότι αύται εξουσιάζονται από την Μονάδα “ως τω ενί κεκρατημένας” διότι ισότης είναι ενότης δια τούτο και καλούνται “θείαι” διότι το εν είναι ίδιον της θεότητος…» (σχ. α’).
«Το δε ισοσκελές είναι αφιερωμένον μετά τας θείας ψυχάς, εις τας δαιμονίας. Εις τας εν λόγω ψυχάς, αί οποίαι είναι μέσαι, υφίσταται ισότης και ανισότης, ενότης και ποικιλία δυνάμεων, διότι αι βάσεις είναι ανόμοιαι προς τας εκ της κορυφής αγομένας πλευράς» (σχ. β’).
Κατά τον Ησίοδον «Έργα και Ημέραι» (123):
«οι δαίμονες είναι το γένος που από τον καιρό που το σκέπασε πια η γη, τούτοι είναι, με τη θέληση του μεγάλου Διός, τα καλά πνεύματα που γυρίζουν στον κόσμο κι’ είναι φύλακες των ανθρώπων».
Επανερχόμενοι εις τον Πρόκλον:
«Το δε τρίτον, το σκαληνόν, που έχει και τας τρεις πλευράς ανομοίας, είναι η εικών των ψυχών που ανέρχονται και κατέρχονται. Πράγματι, κατά τας κινήσεις των, άπτονται πότε ολίγον, πότε πολύ μετά των ανωτέρων όντων (σχ. γ’).
Παρά ταύτα το σκαληνόν δεν είναι η εικών των τοιούτων ψυχών, παρά μόνον κατά γενικόν κανόνα. Εκείναι πού κατέρχονται εις την γένεσιν και έρχονται από της γενέσεως, εικόνα έχουν το ορθογώνιον σκαληνόν που έχει περί μεν την ορθήν γωνίαν την βάσιν κατά την σχέσιν επιτρίτου (4:3) και εν σχέσει προς την υποτείνουσαν τον αριθμόν της πεντάδος» (κατωτέρω σχήμα).
(Απόδ. Σπ. Φίλιππα, εκδ. ΠΑΠΥΡΟΣ).
Σχήμα ψυχής ελλόγου όντος κατά την έλευσιν εις τον Ζωδιακόν Κύκλον
του αγκυλομήτη Θεού Κρόνου – Χρόνου.
Είναι προφανές, ότι ο Πρόκλος αποδίδει εις τας ψυχάς των ελλόγων όντων το ορθογώνιον Ζωογονικόν Τρίγωνον. Διότι η ορθή γωνία, που σχηματίζεται εις την βάσιν του τριγώνου, ανήκει εις τον ορθόν λόγον ή ορθόν + λογισμόν, κατά την στιγμήν της ελεύσεως και της αποχωρήσεως της ψυχής εις τον κύκλον του Διονύσου Ζαγρέως ή Ζωδιακόν Κύκλον και είναι ο «δυνάμει» κριτής της κατά την αποχώρησίν της.
Β. Ερμηνεία της γωνίας των 90°
Η γωνία των 90° που σχηματίζεται από τας δύο πλευράς, την κάθετον επί της οριζοντίου, ουδέποτε θα αλλάξη τον αριθμόν των μοιρών. Αυτός είναι δεδομένος βάσει της ορθής γωνίας των 90° μοιρών. Η ορθή γωνία έχει «δυνάμει» την γνώσιν του ορθού Λόγου, με την οποία κοινωνεί ο άνθρωπος, ο oποίος ως ένσαρκος πρέπει να την καλλιεργήση δια να κατανοήση την Πρόνοια, τον συνολικόν Θείον Νόμον. Το αποτέλεσμα εξαρτάται από τας επιλογάς του, αν θα υπερίσχυση η θέλησις ή η βούλησις του.
Θα πρέπει να γίνη μία σαφής διάκρισις μεταξύ δύο μεγίστων ψυχικών μεγεθών:
θελήσεως και βουλήσεως.
Η Ελληνική Γλώσσα διακρίνει δύο ψυχολογικάς καταστάσεις:
α. η θέλησις είναι η σταθερά επιθυμία ενστίκτων και συναισθημάτων, που καθοδηγεί την τελικήν επιλογήν μεταξύ δύο ή περισσοτέρων ενδεχομένων. Εις την περίπτωσιν της θελήσεως η απόφασις έχει ληφθή εκ των προτέρων και δεν αλλάζει από την λογικήν, η οποία ενδεχομένως αντιτίθεται εις τα ένστικτα και το συναίσθημα (λευκόν και μέλανα ίππον της μυθοπλασίας του Ηνιόχου), ενώ
β. η βούλησις είναι η λογική εξέτασις όλων των ενδεχομένων με την πρόβλεψιν των μελλοντικών επιπτώσεων, εις την οποίαν στηρίζεται η τελική απόφασις του ελλόγου όντος (ο Ηνίοχος). Η αμφιταλάντευσις είναι συνεχής προκειμένου μόνον κατόπιν της οριστικής επιλογής να σταθεροποιηθή και να εκφρασθή ως βούλησις.
Η λέξις βουλή με την αρχαίαν της σημασία, η οποία παρέμεινεν μέχρι των ημερών μας, είναι το εκλεγμένον σώμα της Πολιτείας, το λαμβάνον κατόπιν συζητήσεων τας αποφάσεις τας σχετικάς με την Νομοθεσίαν.
«Εν Αθήναις το υπό Κλεισθένους ιδρυθέν συμβούλιον των πεντακοσίων, όπερ ήτο επιτροπεία τις της εκκλησίας, έργον έχουσα την παρασκευήν σχεδίων νόμων δι αυτήν…
κ. μσν. η κατόπιν συσκέψεως ή μελέτης λήψις αποφάσεως περί τινος…
Βουλεύω… 4) ενεργ. και μ. μετ’ απαρφ., σκέπτομαι μελετώ και λαμβάνω απόφασιν να πράξω τι.
Βούλομαι… επιθυμώ λελογισμένως κατόπιν σκέψεως, ήτοι επιγνώσεως του σκοπού ή επιλογής των μέσων, την εκτέλεσιν πράξεως τινος δηλουμένης συν. δι απαρφ., κατ’ αντιδιαστολήν προς το εθέλω= συναινώ•
Αμώνν. 31 «βούλεσθαι μεν επί μόνου λεκτέον του λογικού• το δε θέλειν και επί αλόγου ζώου».
(Δ. Δημητράκου «Μέγα Λεξ. όλης της Ελλ. Γλώσσης»).
Οι πρόγονοί μας έλεγον «Βουλή Διός» (Ομηρικός Ύμνος «εις Απόλλωνα Δήλιον», 132,
«Διός νημερτέα βουλήν».
(την αλάνθαστη βουλή του Δία).
(απόδ. Δ. Π. Παπαδίτσας -Ελένη Λαδιά, εκδ. ΕΣΤΙΑ)).
Σήμερον λέγεται «θέλημα θεού». Η διάκρισις του όρου οδηγεί την ανθρώπινην διάνοιαν, η οποία αναγνωρίζει την διαφοράν μεταξύ των δύο σημασιών, εις την αντίστοιχον φιλοσοφικήν διάστασιν. Η Βουλή Διός είναι η, έμφρων με γνώσιν των συνεπειών, απόφασις, ενώ το θέλημα θεού είναι η απόφασις βάσει της επιθυμίας του αλόγου και συναισθηματικού μέρους του Όντος.
Πρόνοια είναι η προ του νου κατάστασις, εκείνη που προ-νοεί. Είναι ο Θείος Νόμος συνολικώς, ο οποίος φροντίζει δι’ όλα του τα δημιουργήματα εξ ίσου με γνώμονα την Δικαιοσύνην.
«Έστιν ουν πρόνοια η μεν ανωτάτω και πρώτη του πρώτου θεού νόησις είτε και βούλησις ούσα ευεργέτις απάντων, καθ’ ην πρώτως έκαστα των θείων δια παντός άριστά τε και κάλλιστα κεκόσμηται».
(Η ανωτάτη λοιπόν και πρώτη πρόνοια, όντας νόηση και βούληση του πρώτου θεού, είναι ευεργετική για τα πάντα και σύμφωνα με αυτήν, από μιας αρχής, έχει διαταχθεί κάθε τι το θείο δια παντός με τον καλύτερο και ωραιότερο τρόπο).
(Πλούταρχος, «Ηθικά», Τόμος 15, Περί Ειμαρμένης, 572F, εκδ. ΚΑΚΤΟΣ).
Η κάθετος ευθεία, η πλευρά 3 του Ζωογονικού Τριγώνου, (ή ο Ουράνιος Μεσημβρινός ως προς το 14ον κεφ.), η οποία απεικονίζει την κάθοδον εκ των θείων κόσμων της Προνοίας, με την συνεργασίαν της οριζοντίου ευθείας, πλευράς 4, (ή ο Ουράνιος Ισημερινός), δημιουργούν την σταθεράν γωνίαν των 90° μοιρών.
Ορθός Λόγος είναι η ορθή γωνία εις την οποίαν ο άνθρωπος έχει συμμετοχήν, άλλως θα ήτο παράλογον από την Πρόνοια να ζητή ορθο-λογι-σμόν, εάν δεν υπήρχε εξ αρχής «δυνάμει» εντός του. Ορθή γωνία (90°), Ορθός Λόγος και Αρετή συνάδουν, διότι ο ορισμός της Αρετής είναι «η μεσότης μεταξύ ελλείψεως και υπερβολής». Ο αριθμός των 90° είναι το «μέσον» μεταξύ 0° και 180°, καθώς και μεταξύ 180° και 360° του Ζωδιακού Κύκλου, του Κύκλου της Ζωής. (Η ιερά μεσότης είναι το βάθρον της ευνομουμένης πολιτείας, λέγει ο Πλάτων εις τους Νόμους, όταν ενσυνειδήτως επιλέγει τον αριθμόν 5.040).
Ως λέγει ο Ήρων ο Αλεξανδρεύς (Περί Γεωμετρικών, Τ. 4, 148) περί του συμβολισμού της ορθής γωνίας: «Η ορθή γωνία συμβολίζει την αρετήν, ενώ η αμβλεία και η οξεία την αοριστία, την κακία, την ένδεια και την αμετρία».
Μεταξύ των 180 επιλογών/μοιρών μόνον μία είναι η αρίστη και αυτή είναι η μεσότης, δηλαδή η επιλογή που ανταποκρίνεται εις τας 90°. Οιαδήποτε άλλη επιλογή είναι ή ένδεια ή υπερβολή…
Απεικόνισις αρετής
Σχεδιαστική αναπαράστασις της Δωρικής κιονοστοιχίας.
Η ιερά μεσότης, αι ορθαί γωνίαι
είναι το δεσπόζον χαρακτηριστικόν της Δωρικής κιονοστοιχίας.
Γ. Ο μύθος του Ηρός εις την «Πολιτείαν» του Πλάτωνος
Γράφει ο Πορφύριος εις τον «Βίον του Πυθαγόρου»:
«Εβουθύτησε δέ ποτε σταίτινον, ως φασι βουν οι ακριβέστεροι, εξευρών του ορθογωνίου την υποτείνουσαν ίσον δυναμένην ταις περιεχούσαις. Όσα γε μην τοις προσιούσι διελέγετο, ή διεξοδικώς ή συμβολικώς παρήνει διττόν γαρ ην αυτού της διδασκαλίας το σχήμα».
(Και κάποτε θυσίασε, όπως διηγούνται ακριβώς οι ιστορικοί, βόδι φτιαγμένο από ζυμάρι, όταν ανακάλυψε ότι η υποτείνουσα του ορθογωνίου τριγώνου έχει την ίδια δύναμη με τις πλευρές που την περιέχουν. Αυτά, βέβαια, συζητούσε με όσους προσέρχονταν σ’ αυτόν και τα παρέδιδε (συμβούλευε) με την λεπτομέρεια ή συμβολικά επειδή ο τρόπος της διδασκαλίας του ήταν δύο ειδών).
(Πορφύριος, 36, 10, απόδ. Σταυρούλα Λαμπροπούλου, εκδ. ΠΥΡΙΝΟΣ ΚΟΣΜΟΣ).
Η διατύπωσις του Πυθαγορείου Θεωρήματος, η οποία έγινε από τον Θαλή,
«εις παν ορθογώνιον τρίγωνον το τετράγωνον της υποτεινούσης ισούται προς το άθροισμα των τετραγώνων των δύο καθέτων πλευρών».
Το ανωτέρω θεώρημα είναι ή πορεία της ψυχής κατά την διάρκειαν της ενσαρκώσεως, ως την αποδίδει συμβολικώς ο Πλάτων εις την «Πολιτείαν» βιβλ. Ι’ (617c): Το Αδράχτι της Ανάγκης είναι ο συνολικός χρόνος ει τον μακρόκοσμον και όσον αφορά εις τον μικρόκοσμον το συνολικόν χρονικόν διάστημα των ενσάρκων βίων της ψυχής. Η Ανάγκη είναι η μητέρα των τριών Μοιρών, που εκπροσωπούν τον επί μέρους χρόνον, καθώς υφαίνουν το ύφασμα της ζωής. Ως προς την Μυθολογίαν και την «Πολιτείαν» του Πλάτωνος (617c) αι τρεις Μοίραι κατανέμουν τον χρόνον με δικαιοδοσίας:
α. η Άτροπος το μέλλον
β. η Κλωθώ το παρόν
γ. η Λάχεσις το παρελθόν
Η τριπλή αυτή αλληγορία συσχετίζεται με το «Ζωογονικόν Τρίγωνον» ως προς τας 3 πλευράς, εάν εις κάθε μίαν των πλευρών τοποθετηθούν αι έννοιαι Πρόνοια, Θέλησις/Βούλησις και Ειμαρμένη. Αι τρεις Μοίραι ορίζουν την λογικήν διάταξιν των ιδίων των αριθμών, που εκπροσωπούνται δια των 3, 4, και 5, αφού εν συνεχεία υψωθούν εις το τετράγωνον, δηλαδή 3²+ 4²= 5².
«εν δε τη Πολιτεία “Ανάγκης θυγατρός κόρης Λαχέσεως λόγον” φησίν είναι την ειμαρμένην».
(Στην Πολιτεία, πάλι, λέει για την ειμαρμένη πως είναι «ο λόγος της παρθένας Λάχεσις, κόρης της Ανάγκης»).
(Πλούταρχος, «Ηθικά», Τόμος 15, Περί Ειμαρμένης, έκδ. ΚΑΚΤΟΣ).
Η Ειμαρμένη/Λάχεσις/παρελθόν θα ακολουθή τον άνθρωπον πάντοτε παρούσα εις την εξελικτικήν πορείαν της ψυχής του, διότι μόνος του επέλεξε τον τρόπον της ζωής, που θα ζήση εις την μελλοντικήν του ενσάρκωσιν. (Πλάτωνος «Πολιτεία» 618c-619).
Η Λάχεσις μοιράζει τους κλήρους δια την σειράν προτεραιότητος και ο άνθρωπος διαλέγει ο ίδιος τον τρόπον ζωής που επιθυμεί να ζήση, ως προς τον μύθον του Ηρός της «Πολιτείας».
«Και δια ταύτα μάλιστα επιμελητέον, όπως έκαστος ημών των άλλων μαθημάτων αμελήσας τούτου του μαθήματος και ζητητής και μαθητής έσται, εάν ποθεν οιός τι η μαθείν και εξευρείν, τις αυτόν ποιήσει δυνατόν και επιστήμονα, βίον και χρηστόν και πονηρόν διαγιγνώσκοντα, τον βελτίω εκ των δυνατών αεί πανταχού αιρείσθαι, και αναλογιζόμενον πάντα τα νυν δη ρηθέντα ξυντιθέμενα αλλήλοις και διαιρούμενα προς αρετήν βίου πώς έχει».
(…Γι αυτό ακριβώς πρέπει ο καθένας από μας, αφήνοντας κάθε άλλο μάθημα να φροντίση να μάθη σαν καλός ερευνητής και μαθητής εκείνο μονάχα το μάθημα, που θα τον κάνη ικανό να ερευνήση και να μάθη από οπουδήποτε, ποιός θα τον κάνη δυνατό και θα του δώση τις απαιτούμενες γνώσεις, να ξεχωρίζη τον καλό από τον κακό τρόπο ζωής, και από όλους τους δυνατούς τρόπους να διαλέγη πάντοτε τον καλύτερο, αφού θάχη υπ’ όψει του πώς συντελούν στον ενάρετο βίο όλα όσα μέχρι τώρα είπαμε, είτε όλα μαζί είτε και χωριστά το καθένα).
(Πλάτωνος «Πολιτεία» 618c).
Είναι σαφές, ότι ο Πλάτων ομιλεί δια μετενσαρκώσεις. Αναφέρεται τόσον εις τους προτέρους όσον και εις τους μελλοντικούς βίους της ψυχής. Λέγει ότι αι ψυχαί, διά να κάνουν μίαν καλήν επιλογήν εις την επομένην ζωήν, πρέπει να συμβουλευθούν κατά την τρέχουσαν ενσάρκωσιν φιλόσοφον να τας εκπαιδεύση. Μόνον αυτός θα ήτο ικανός να τους δώση οδηγίας διά τον ιδιωτικόν και τον δημόσιον βίον συμφώνους προς την ήδη διαμορφωμένην σύστασιν της ουσίας της ψυχής.
Δ. οι αριθμοί 3, 4 και 5 του Πυθαγορείου Θεωρήματος
«Ούτως ουν δη κατά λόγον τον εικότα δει λέγειν, τόνδε τον κόσμον ζώον έμψυχον έννουν τε τη αληθεία δια την του θεού γενέσθαι πρόνοιαν».
(Έτσι λοιπόν πρέπει να παραδεχώμεθα σύμφωνα με την λογικήν, ότι αυτός ο κόσμος ο ζωντανός, ο έμψυχος, ο νουνεχής, εδημιουργήθη πραγματικώς ένεκα της θείας προνοίας).
(Πλάτωνος «Τίμαιος» 30Β).
Η Πυθαγόρειος αριθμοσοφία παρέχει την δυνατότητα εις τους αριθμούς 3, 4 και 5, του μήκους των τριών πλευρών του ορθογωνίου τριγώνου, να δώσουν διά της εσωτερικής των ποιότητος την αντίστοιχον θεωρητικήν και πρακτικήν ερμηνείαν εις εκάστην πλευράν του τριγώνου.
Η κάθετος πλευρά, που έχει μήκος 3, είναι η πλευρά της Προνοίας, του συνολικού Θείου Νόμου. Το μήκος της, συνεπώς, είναι σταθερόν• δεν αυξομειούται. Το ίδιο συμβαίνει και εις την ορθήν γωνίαν, την οποία σχηματίζει με την οριζόντιον. Είναι η «δυνάμει» γνώσις δια τον θνητόν του Θείου Νόμου της Προνοίας. Όμως η γωνία της κορυφής του τριγώνου, η σχηματιζομένη μετά της υποτεινούσης, αυξομειούται με επιπτώσεις εις τας επομένας εκδηλουμένας ενεργείας.
Η οριζόντιος πλευρά, βάσις του τριγώνου, που έχει μήκος 4, εκπροσωπεί την θέλησιν/βούλησιν του ανθρωπίνου όντος, διότι ο αριθμός 4 αναφέρεται εις την γήϊνον ένσαρκον κατάστασιν και λειτουργεί αναλόγως κατά προαίρεσιν και κατ’ επιλογήν του ανθρώπου. Η ανθρώπινος θέλησις/βούλησις ημπορεί να ενδυναμώνεται ή να εξασθενή συμφώνως προς την αλχημείαν των τεσσάρων στοιχείων (γη/ένστικτα, ύδωρ/συναισθήματα, αήρ/σκέψεις, πυρ/ορμή), που συνδομούν την ψυχήν. Το μήκος συνεπώς της πλευράς 4 ημπορεί να μειούται ή να αυξάνεται. Η διάκρισις μεταξύ θελήσεως και βουλήσεως έγινε ήδη σαφής. Η γωνία της καθέτου πλευράς, που άπτεται της πλευράς της Προνοίας, παραμένει σταθερά, ως προανεφέρθη.
Η υποτείνουσα, που έχει μήκος 5, αναφέρεται εις τον Νόμον της Ειμαρμένης/Μοίρας (μετοχή παρακειμένου του ρήματος μείρομαι = μοιράζω) ή του Αντιπεπονθότος (μετοχή παρακειμένου του ρήματος πάσχω). Ο αριθμός 5 είναι η πεμπτουσία (η πέμπτη ουσία) των αριθμών, εκφράζων την δικαιοσύνην κατά τους Πυθαγορείους.
Εις την ανελικτικήν κλίμακα των αξιών ο αριθμός 5 είναι η βάσις του χρυσού αριθμού φ = ρίζα του 5 + 1:2 = 1,618…, η οποία οδηγεί εις την σπειροειδή ανέλιξιν του ιδίου μας του Πλανητικού Συστήματος συμφώνως προς το εμπνευσμένον έργον του Ιππ. Δάκογλου «Ο μυστικός Κώδικας του Πυθαγόρα».
Η υποτείνουσα του ορθογωνίου τριγώνου είναι εκείνη που θα αποδώση εις τον άνθρωπον το μερίδιον, που του αναλογεί συμφώνως προς τα πεπραγμένα του, αποτέλεσμα των αιτίων (σύνθεσιν των 4 στοιχείων) που εξεπορεύθησαν από τον ίδιον. Συνεπώς η πλευρά 5 έχει κάθε δυνατότητα αυξομειώσεως τόσον ως προς το μήκος, όσον και ως προς τον αριθμόν των μοιρών αμφοτέρων των γωνιών της. Απόλυτος ρευστότης χαρακτηρίζει την υποτείνουσαν/Ειμαρμένην.
Η αριθμοσοφική διάστασις των αριθμών 3, 4 και 5 του «Ζωογονικού Τριγώνου» είναι η εξής:
Ο αριθμός 3 ανήκει εις την Πρόνοιαν. Λόγω της θειότητός του (Πλάτωνος «Τίμαιος» 30Β), ο αριθμός τρία εκπροσωπεί τον συνολικόν Θείον Νόμον. Νοητόν και εκδεδηλωμένον σύμπαν (3²=9) συγκροτούνται από την Άτροπον/Πρόνοια/Μέλλον, το οποίον εμφανίζεται άτροπον, αμετάτρεπτον, διότι δεν αλλάζει υφήν και είναι το ίδιον δι’ όλα τα όντα της φύσεως.
Πρόνοια, Άτροπος, και Μέλλον είναι η αεί υπάρχουσα κατάστασις της εν συνόλω φύσεως του αοράτου και του ορατού μορφοποιημένου σύμπαντος.
Πρόνοια είναι ο Νόμος, ο οποίος προνοεί (προβλέπει το μέλλον) ως αΐδιος, σταθερός και δίκαιος. Η Μοίρα Άτροπος ίσταται αδέκαστος, ορθή, του αυτού πάντοτε μήκους, κάθετος επί της οριζοντίου και δεν κλίνει προς καμμίαν κατεύθυνσιν. Είναι ο ουράνιος ζυγός της Δικαιοσύνης, ο οποίος, προεκτεινόμενος μέχρι τον Μεσημβρινόν, φέρει εις επαφήν τον ουρανόν μετά της γης, το θείον μετά του θνητού, το αόρατον μετά του ορατού. Ο αριθμός τρία είναι η ιερά μεσότης μεταξύ της αρχής της εκδηλώσεως (αριθμός δύο) και του τέλους των εκδεδηλωμένων πραγμάτων (αριθμός 4).
Ο αριθμός 4 ανήκει εις τα τέσσαρα στοιχεία της φύσεως, που εκπροσωπούν το ανθρώπινο ον και την φύσιν εν τω συνόλω της. Είναι τα 4 ριζώματα του όρκου των Πυθαγορείων, του πυρός, του αέρος, του ύδατος και της γης, του Ηρακλείτου (απ. 12, 30, 31, 36, 76, 90), του Εμπεδοκλέους (απ. 17/17, 38/3, 62/6, 84, 100, 149), τα οποία συγκροτούν το ψυχονοητικόν και το σωματικόν μέρος του όντος. Τα 4 στοιχεία, από αισθητά μετουσιούμενα εις νοητά και εκπροσωπούντα την εσωτερικήν του όντος δομήν, εκφράζουν συνοπτικώς τα εξής:
α. πυρ, την ορμήν, την μαχητικότητα, την λάμψιν, τον ενθουσιασμόν, την «εν Θεω Ουσίαν του»,
β. αήρ, την αεί κινουμένην νοητικήν σύστασιν των ιδεών και των λογικών ή παραλόγων σκέψεων,
γ. ύδωρ, το συναισθηματικόν υπόβαθρον και την υποκειμενικήν αντίληψιν των καταστάσεων,
δ. γη, τα ένστικτα και τας σωματικάς ανάγκας και απαιτήσεις της καθημερινότητος.
Τα 4 στοιχεία είναι διαβαθμίσεις
πυκνότητος, βάρους και ταχύτηχος δονήσεων
εις το αόρατον πεδίον,
πέραν της σχέσεώς των με τα υλικά,
γνωστά στοιχεία του φυσικού, ορατού κόσμου.
Η αρμονική μίξις των στοιχείων είναι το μέγα ζητούμενον όλων των εποχών και η τάσις προς ανεύρεσιν της σταθεράς των ισορροπίας. Είναι η έπίτευξις αρετής της ψυχής, η αναλλοίωτος, λαμπρά, αιωνία της φύσις.
Ανυψούμενο το 4 εις το τετράγωνο 4²=16 ισχυροποιεί εις το μέγιστον τα 4 στοιχεία. Αποδίδει εις αυτά την δυνατότητα δράσεως διά του συναισθήματος/θελήσεως ή της λογικής/βουλήσεως εις το φυσικό πεδίον κατά την ένσαρκον κατάστασιν εις τον χωρόχρονον (4 του σταυρού της ύλης). Θέλησις ή βούλησις, Κλωθώ και παρόν αποτελούν την βάσιν του τριγώνου. Το παρόν κλώθεται από τον ίδιο τον άνθρωπον, εφ’ όσον αντιληφθή την δυνατότητα αυτήν. Εις τον άνθρωπον επαφίεται η επιλογή μεταξύ θελήσεως ή βουλήσεως, η οποία τον οδηγεί εις την παράλογον ή λογικήν συμπεριφοράν.
Προαίρεσις και επιλογή δια:
α. της θελήσεως/δεσμεύσεως ή
β. της βουλήσεως/ελευθερίας
υπάρχει εις την πλευράν τέσσερα
Η πλευρά 4 είναι η κλεις του «Ζωογονικού Τριγώνου». Εδώ δια της αρμονικής συλλειτουργίας ή μη των 4 στοιχείων προδιαγράφεται το μέλλον της ψυχής:
α. Εφ’ όσον εκδηλωθή ως θέλησις:
«αλλ’ επί πλεονεξίαν και ιδιοπραγίαν η θνητή φύσις αυτόν ορμήσει αεί, φεύγουσα μεν αλόγως την λύπην, διώκουσα δε την ηδονήν, του δε δικαιοτέρου τε και αμείνονος επίπροσθεν άμφω τούτω προστήσεται, και σκότος απεργαζομένη εν αυτή πάντων κακών εμπλήσσει προς το τέλος αυτήν τε και την πόλιν όλην».
(Η ανθρώπινη φύση του θα τον σπρώχνει συνεχώς στην πλεονεξία. Η αλόγιστη αποφυγή κόπων και η συνεχής επιδίωξη απολαύσεων θα επικρατήσουν στην σκέψη του και θα τον κάνουν να τα προτιμά από ο,τιδήποτε άλλο δίκαιο και σωστό. Το σκοτάδι που θα έχει δημιουργήσει γύρω του θα τον οδηγήσει τελικά τόσο τον ίδιο όσο και ολόκληρη την πόλη σε κάθε λογής συμφορές).
(Πλάτωνος «Νόμοι» 875c, έκδ. ΚΑΚΤΟΣ).
Ο Πλάτων θέτει την επιλογήν εις την προαίρεσιν του ανθρώπου, ο όποιος δια της θελήσεως του είναι υπεύθυνος όχι μόνον του πεπρωμένου του, αλλά και του πεπρωμένου ολοκλήρου της πόλεώς του.
β. εφ’ όσον εις την πλευράν 4 ο θνητός επιλέξη την βούλησιν:
«επεί ταύτα εί ποτέ τις ανθρώπων φύσει ικανός θεία μοίρα γεννηθείς παραλαβείν δυνατός είη, νόμων ουδέν αν δέοιτο των αρξόντων εαυτού• επιστήμης γαρ ούτε νόμος ούτε τάξις ουδεμία κρείττων, ουδέ θέμις εστίν νουν ουδενός ικανός υπήκοον ουδέ δούλον αλλά πάντων άρχοντα είναι, εάνπερ αληθινός ελεύθερός τε όντως η κατά φύσιν. νυν δε ου γαρ εστιν ουδαμού ουδαμώς, αλλ’ ή κατά βραχύ».
(Αν όμως γεννηθεί, με θεία εύνοια, κάποιος άνθρωπος από τη φύση του ικανός να εφαρμόσει αυτές τις αρχές, δεν θα έχει ανάγκη από νόμους για να τον κατευθύνουν. Οι γνώσεις είναι ανώτερες από οποιοδήποτε νόμο ή διάταξη. Η λογική, αν είναι σωστή και ελεύθερη, πρέπει να τα εξουσιάζει όλα και να μη βρίσκεται κάτω από τον έλεγχο κανενός, ως υπηρέτης ή δούλος. Δυστυχώς όμως δεν υπάρχει πουθενά, παρά μόνον εδώ και εκεί σε πολύ μικρές αναλογίες).
(Πλάτωνος «Νόμοι» 875d, έκδ. ΚΑΚΤΟΣ).
Η ελευθέρα βούλησις συνεπάγεται την ορθήν και ελευθέραν χρήσιν της λογικής, δυσκολοτάτη ψυχονοητική κατάστασις, που διαθέτει μόνον ο κατέχων αυτήν εκ θείας μοίρας!!! Οι πάντες όμως κατέχουν «δυνάμει» την λογικήν της ορθής γωνίας και ως εκ τούτου το Ζωογονικόν Τρίγωνον επελέγη, δια να γίνη ο εκπρόσωπος όλων των ψυχών. Οι επιθυμούντες να απαλλαγούν από τον ατέρμονα κύκλον των επανενσαρκώσεων ας κατευθύνουν τα βήματα των προς την πλευράν της Προνοίας, προς την πλευράν 3. Εκεί ακριβώς ευρίσκεται αφανής και σιωπηλή η Θεία Εύνοια ή η «Θεία Μοίρα» του Πλάτωνος ή η Θεία Πρόνοια του Ζωογονικού Τριγώνου.
Ο αριθμός 5 συμπεριλαμβάνει και συναρμόζει τα πεπραγμένα του παρελθόντος του ανθρώπου. Είναι η Ειμαρμένη. Το παρελθόν είναι το σύνολον των πράξεών του, που επραγματοποιήθησαν δια της αντιληπτικότητος των 5 αισθήσεών του και τον ακολουθεί.
Ο αριθμός 5, ανυψούμενος εις το τετράγωνο 5²=25, μετατρέπει εις τον εγκεφαλικόν φλοιόν τας αισθήσεις εις αισθήματα και δια των ειδικών συνάψεων εις συναισθήματα, σκέψεις, ιδέας. Ο ίδιος ο άνθρωπος είναι εκείνος ο οποίος, ερμηνεύων τα μεταφερόμενα εις τον εγκέφαλον εξωτερικά ερεθίσματα των 5 αισθήσεών του, θα τα μετατρέψη εις πράξεις. Το αποτέλεσμα των πράξεων του παρελθόντος, που διαμορφώνεται κατά την πορείαν του εις τον χρόνον, είναι η Ειμαρμένη.
Ο αριθμός 5, η υποτείνουσα του τριγώνου, η Ειμαρμένη, είναι ο κατ’ εξοχήν αριθμός που εκπροσωπεί συμβολικώς τον άνθρωπον ως προς την Πυθαγόρειον διδασκαλίαν. Διότι ο πεντάκτινος αστήρ ή το πεντάγωνον τοποθετεί την κεφαλήν του ανθρώπου εις το άνω τρίγωνο και τα 4 μέλη του εις τα 4 σχηματιζόμενα άλλα τρίγωνα, δίδων εις τον πεντάκτινο ή πεντάλφα τα γράμματα της Υγιείας. Ήτο χαρακτηριστικόν σύμβολον αναγνωρίσεως των Πυθαγορείων μεταξύ των, το έθεταν εις τας επιστολάς των, αλλά και το έφεραν εις τα ενδύματά των.
«Γυίον (το) π. Όμ. πάντοτε κατά πληθ. τα μέλη χείρες, πόδες».
(Δ. Δημητράκου «Μέγα Λεξ. όλης της Ελλ. Γλώσσης»).
Τα ευ γυία, τα μέλη του ανθρωπίνου σώματος πρέπει να είναι ευ, εις κατάστασιν αρίστης λειτουργίας, να είναι δηλαδή υγιή. Το Πυθαγόρειον σύμβολον δια της Πεντάλφα περιλαμβάνει όχι μόνον τα τέσσερα μέλη, χείρας και πόδας, αλλά και την κεφαλήν εις την κορυφήν με ύψιστον καθήκον την λειτουργίαν της λογικής άνευ της οποίας το σώμα δεν θα είναι υγιές.
Ε. Θέλησις ή Ελευθέρα Βούλησις
Τίθενται όμως εύλογα ερωτήματα:
Υπάρχει ελευθέρα βούλησις του ανθρώπου και εάν ναι
με ποίον τρόπον θα ημπορέση να την ασκήση σήμερον;
Ποία είναι η διάστασις της ελευθερίας αυτής
και πώς ημπορεί να κάνη χρήσιν ο άνθρωπος;
Ποία είναι η χρησιμότης του Πυθαγορείου φιλοσοφικού στοχασμού,
που σχετίζεται μετά του Πυθαγορείου Ζωογονικού Τριγώνου,
δια τον άνθρωπον του 21ου αιώνος;
Ο Πλάτων λέγει, ότι ο άνθρωπος επιλέγει τον τρόπον ζωής που θέλει να ακολουθήση («Πολιτεία» 617Ε). Αναλόγως της εξελικτικής διαρθρώσεως της ψυχής θα αναγνωρίση την διαφοράν μεταξύ θελήσεως και βουλήσεως. Θεμέλιον της βάσεως του «Ζωογονικού Τριγώνου», όπου απεικονίζονται η θέλησις και η βούλησις, είναι ο αριθμός 4 των τεσσάρων στοιχείων, που, συλλειτουργούντα αρμονικώς ή δυσαρμονικώς, συγκροτούν το ψυχικόν του σωμάτιον.
Ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται, ότι θα αμφιταλαντεύεται μεταξύ των δύο τάσεων: θελήσεως και βουλήσεως, ενστίκτων/συναισθήματος και λογικής. Η βάσις του τριγώνου ημπορεί, συνεπώς, να επιμηκυνθή ή να μειωθή και μέσω αυτής της αλλαγής υφίσταται δυνατότης αποκτήσεως ή απωλείας της ελευθερίας του.
Ο άνθρωπος, συνειδητοποιών την διαφοράν μεταξύ συναισθήματος και λογικής, διαπιστώνει ότι υπάρχουν δύο λύσεις:
Εις την πρώτην περίπτωσιν όταν ενδυναμώνεται η θέλησις:
Εάν ο άνθρωπος, ενδυναμώνων την θέλησίν του, επιθυμή την ικανοποίησιν των εγωιστικών τάσεων και προσωπικών του απαιτήσεων, την απόκτησιν παρανόμου πλούτου, την φιλοδοξίαν, το πάθος των ηδονών κ.τ.λ.,
«Γαστρός μεν πρώτιστα και ύπνου, λαγνείης τε και θυμού…».
(της γαστρός μεν πρωτίστως και του ύπνου, της λαγνείας και της οργής…).
(Ιεροκλέους «Χρυσά Έπη» 10-12, εκδ. ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΣΦΙΓΓΟΣ).
η βάσις του τριγώνου, η πλευρά 4 επιμηκύνεται. Τότε η πλευρά της Ειμαρμένης, ακολουθούσα, απομακρύνεται από την πλευράν της Προνοίας και το μήκος της, που είναι το σύνολο των πράξεων του παρελθόντος, από τας οποίας εξαρτάται, επιμηκύνεται ολοέν και περισσότερον. Η επιμήκυνσις αύτη είναι αποτέλεσμα των πράξεων της ελευθέρας θελήσεως του. Αντί 3²+4²=5² ή 9+16=25 το σχήμα μετατρέπεται π.χ. εις 3²+20² περίπου 20,22² = 408,8484. Το παρόν (πλευρά 4) συνδιαλέγεται μετά του παρελθόντος (πλευρά 5) και αδιαφορεί δια το μέλλον (πλευρά 3), απομακρυνόμενον απ’ αυτό, απορροφημένον από την ατέρμονα βιοεπενάληψιν των απατηλών και οδυνηρών επαναγεννήσεων.
Η Θέλησις απομακρύνεται από την Πρόνοιαν
Το σώμα όμοιον με όστρακον, «οστρέου τρόπον δεδεσμευμένοι…» δεσμεύει την ψυχήν, την δένει με αλύσους εις τα δεσμά της ύλης (Φαίδρος 250c).
Η συνεχής πλευρά έχει μήκος σταθερόν.
Αι διακεκομμέναι πλευραί έχουν δυνατότητα αυξομειώσεως.
Εις την δευτέραν περίπτωσιν όταν ενδυναμώνεται η βούλησις:
Η Βούλησις πλησιάζει την Πρόνοιαν
Εάν ο άνθρωπος, ενδυναμώμων την βούλησίν του, εγκαταλείψη δια παντός και οικειοθελώς την εγωπάθειαν στρεφόμενος εις την ενότητα του εαυτού του μετά του Όλου, δεν σημαίνει ότι παραμελεί τον προορισμόν της ιδικής του υπάρξεως. Κατανοών την θείαν φοράν του Νόμου της Προνοίας, παραιτείται ενσυνειδήτως από κάθε προσωπικήν ωφέλειαν εις βάρος άλλων όντων. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα η βάσις του Τριγώνου, η πλευρά 4, να μειούται. Το μήκος της πλευράς 5, της Ειμαρμένης, που είναι το σύνολον των πράξεων του παρελθόντος, από τας οποίας εξαρτάται, συνεχώς μειούται. Η μείωσις είναι αποτέλεσμα της ελευθέρας βουλήσεως του. Διότι αύτη πλησιάζουσα σταθερώς την πλευράν της Προνοίας, συνδιαλέγεται μετ’ αυτής και οραματιζομένη το μέλλον της, εναρμονίζεται μετά του θείου Νόμου. Αι πράξεις του παρελθόντος, αφομοιούμεναι μετά του παρόντος, προδιαγράφουν το Μέλλον, το οποίον την στιγμήν της τελικής συνειδητοποιήσεως θα συμπέση μετά τής σταθεράς και αμεταβλήτου Προνοίας. Η περίπτωσις αύτη έχει ως αποτέλεσμα την απαλλαγήν από τον Νόμον των Επανενσαρκώσεων.
Ο Πυθαγόρας δέχεται δύο παραμέτρους εις τας ανθρωπίνους πράξεις: την ενδυνάμωσιν της ελευθερίας της βουλήσεως, Κλωθώ/παρόν και την αναγκαιότητα της Ειμαρμένης, Λάχεσις/παρελθόν. Και αι δύο ευρίσκονται υπό την εξουσίαν της Προνοίας, της καθέτου πλευράς, που εκπροσωπεί την συνολικήν μελλοντικήν εξέλιξιν των όντων και έχει πάντοτε το ίδιο μήκος, διότι δεν είναι δυνατόν το κάθε έλλογον ον κεχωρισμένως να δύναται να μεταβάλλη με την θέλησίν του την συνολικήν πορείαν της Φύσεως. Η πρώτη παράμετρος εξαρτάται από το αυτεξούσιον του ανθρώπου. Η δευτέρα παράμετρος είναι αποτέλεσμα της πρώτης, με συνέπειαν ο άνθρωπος να κινήται μεταξύ δύο δυνάμεων καθοριζομένων υπό του Νόμου της Εναντιότητος και όχι της Συγκλίσεως:
α. Εξωτερικώς επιθυμεί την ικανοποίησιν των υλικών απολαύσεων της ζωής σήμερον. Επιμηκύνονται συνεπώς δια της θελήσεώς του η Κλωθώ και η Ειμαρμένη, αι οποίαι απομακρύνονται από την Πρόνοιαν.
β. Εσωτερικώς εάν αισθανθή την Ανάγκην πνευματικού φωτισμού διά την αναγνώρισιν του προορισμού του, διανοίγει τους μελλοντικούς του οραματισμούς περί αθανασίας της ψυχής και τότε πλησιάζει την Πρόνοιαν, διότι μειούνται η Κλωθώ και η Ειμαρμένη. Τη επενεργεία της βουλήσεώς του επιλέγει διά της λογικής την απελευθέρωσίν του (ανωτέρω σχήμα). Ο Πλάτων εις τον μύθον του Ηρός («Πολιτεία» Ι’ 617e), λέγει:
«Αρετή δε αδέσποτον, ην τιμών και ατιμάζων πλέον και έλαττον αυτής έκαστος έξει. Αιτία ελομένου• Θεός αναίτιος».
(Η Αρετή είναι κτήμα αδέσποτο ανάλογα προς την εκτίμηση ή την περιφρόνηση που θα της δείξη ο καθένας σας, θα πάρη και μεγαλύτερο ή μικρότερο μερίδιο. Η ευθύνη ανήκει σ’ εκείνον που εκλέγει• ο θεός είναι ανεύθυνος).
(Απόδ. ως ανωτέρω).
Το ισοζύγιον των 2 παραμέτρων, της ενδυναμώσεως της Κλωθούς και της αναγκαιότητος της Ειμαρμένης, εξαρτάται εκ της χρήσεως της θελήσεως ή της ελευθερίας της βουλήσεως, ποία εκ των δύο θα υπερισχύση. Διότι «αιτία ελομένου, θεός αναίτιος».
Η ψυχή, η κάθε έλλογος ψυχή (γωνία 90°), ερχομένη προς ενσάρκωσιν, έχει θεωρητικώς την εικόνα του «Ζωογονικού Τριγώνου» 3²+4²=5² ή 9+16=25.
«Και ο μεν ευ τον προσήκοντα χρόνον βιούς, πάλιν εις την του ξυννόμου πορευθείς οίκησιν άστρου, βίον ευδαίμονα και συνήθη έξοι».
(Όποιος ζήση καλά τον χρόνον που του ώρισεν η μοίρα, επανερχόμενος μετά τον θάνατόν του, εις την κατοικίαν του άστρου, από το οποίον προήλθεν, θα ζήση του λοιπού ζωήν ευτυχισμένην και ομοίαν προς την ζωήν του άστρου του).
(Πλάτωνος «Τίμαιος» 42Β, έκδ. ΠΑΠΥΡΟΣ, απόδ. Α. Παπαθεοδώρου).
Η πρότασις του Πλάτωνος είναι το θείον όραμα της μελλοντικής ανελικτικής φοράς της ψυχής. Είναι η «φυγή» και «ομοίωσις» προς το Θείον (Πλάτωνος «Θεαίτητος» 176- 177C):
«Φυγή δε ομοίωσις θεώ κατά το δυνατόν».
«Φυγή» κατά τον Πλάτωνα δεν σημαίνει αναχώρησις από τον καθημερινόν βίον και άσκησις του μοναχισμού. «Φυγή» είναι η ορθή σχέσις της ψυχής μετά της Προνοίας δια της «ομοιώσεως».
Συμφώνως προς αυτήν την θεωρίαν, η θέλησις ή βούλησις ασκείται εις το παρόν, η Ειμαρμένη ή Αντιπεπονθός ρυθμίζεται από το παρελθόν (αναγκαιότης Πεπρωμένου) και η Πρόνοια προδιαγράφει το μέλλον.
Η επιμήκυνσις της οριζοντίου σημαίνει ψυχικήν ταλαιπωρίαν, ενώ η ταύτισίς της μετά της καθέτου ψυχικήν ευδαιμονίαν. Διότι η οριζόντιος γραμμή εις τον συμβολισμόν σημαίνει θάνατον (επαναφορά της ψυχής εις το σώμα = σήμα= τάφον), ενώ η κάθετος αθανασίαν (έξοδον από τον κύκλον των επανενσαρκώσεων) (κεφ. 14ον, β’).
Καθώς ο ένσαρκος βιώνει εις τον χρόνον την πορεία, που ο ίδιος διά των πράξεών του χαράσσει, δρέπει τούς αναλόγους θετικούς ή αρνητικούς καρπούς, που αποτελούν την αφετηρίαν της μελλοντικής του εξελίξεως. Αυτός είναι ο ηθικός νόμος της δικαιοσύνης, που καθορίζει την ποιότητα των μελλοντικών του ενσαρκώσεων. (Πλούταρχος, «Περί των υπό του θείου βραδέως τιμωρουμένων» 550C-552D).
Η χρονική διάρκεια της κάθε ενσαρκώσεως εκφράζει την Αναγκαιότητα της ηθικής τάξεως με το Αδράχτι της Ανάγκης, της μητρός των 3 Μοιρών. Η Πυθαγόρειος διδασκαλία βραδέως και σταδιακώς διαπαιδαγωγεί τον αφυπνιζόμενον μαθητήν εις την κατανόησιν του Νόμου της Φύσεως, διά να τον καταστήση ικανόν να διακρίνη, ότι η σύμπλευσις με την Πρόνοια είναι η μοναδική οδός που άγει εις την αθανασίαν.
Η ορθή γωνία της ελευθερίας της βουλήσεως είναι το δώρο της Προνοίας εις τον άνθρωπον, προκειμένου να επιλέξη ελευθέρως την πορεία του εις την ζωήν. Τα όντα που συνειδητοποιούν τον προορισμόν των διά του ελέγχου της συνειδήσεως, ως επρότεινε ο Πυθαγόρας, πορεύονται προς την Πρόνοιαν (3²=9) και την εντελέχειάν των. Ο αριθμός εν-νέα σημειοδοτεί την νέαν αρχήν (κεφ. 21ον).
«Πη παρέβην; τί δ’ έρεξα; τί μοι δέον ουκ ετελέσθη;»
(Τι σφάλμα έκαμα σήμερον; τι καλόν έπραξα; τι έπρεπε να πράξω και δεν το έπραξα;).
(«Πυθαγόρας, ο Διδάσκαλος των Αιώνων» Απόδ. Γ. Σακελλαρίου, έκδ. ΙΔΕΟΘΕΑΤΡΟΝ).
Η ενσυνείδητος εφαρμογή του Πυθαγορείου θεωρήματος διά της ασκήσεως της ελευθέρας βουλήσεως είναι το μεγαλύτερον ηθικόν δίδαγμα, που εκληροδότησε ο Πυθαγόρας εις τας επερχομένας γενεάς. Διότι καθιστά τον άνθρωπον από ταλαίπωρον επιβάτην του Πλανήτου Γη απροσδιορίστου αριθμού διαδρομών, εις Κάτοικον του Σύμπαντος, φίλον της σοφίας, έχοντα ενσυνειδήτως και εμπράκτως κατανοήσει τους «ειδητικούς αριθμούς» τρία, τέσσερα και πέντε. Ο μυούμενος γνωρίζει μετά βεβαιότητος, ότι το θεμέλιον, η βάσις, είναι ο αριθμός τέσσαρα και μόνον αυτόν τον αριθμόν ορίζει με την θέλησιν ή ελευθέραν βούλησίν του.
Ο οραματιζόμενος τον εαυτόν του ελεύθερον Κάτοικον του Σύμπαντος, αντιλαμβάνεται, ότι το ισόπλευρον τρίγωνον είναι η εικών των θείων ψυχών. Είναι η εικών της Πυθαγορείου Τετρακτύος, ως την παρέδωσε ο Πυθαγόρας εις τους μαθητάς του. Αναλαμβάνει τότε ενσυνειδήτως την υποχρέωσιν της υπηρεσίας εις την τάξιν της Προνοίας, άνευ υλικών ή ηθικών ανταμοιβών, τίτλων, δόξης, προβολής και επιβραβεύσεως. Γίνεται απλούς στρατιώτης, ως ο Σωκράτης, εις την υπηρεσίαν των συνανθρώπων του, φωτεινόν παράδειγμα εις τους αιώνας, φάος και φάρος διά τας ψυχάς.
Η Τετρακτύς εμφανίζεται αναδυομένη από τα βάθη του Είναι του κάθε συνειδητοποιημένου όντος διό της αρμονικής ροής των τεσσάρων στοιχείων και το ωθεί εις τον επόμενον στόχον της ανελίξεώς του μέσω του ποταμού των ενσαρκώσεων δια την κατάκτησιν του «Ψυχογονικού Κύβου» (ανάπτυξις εις το αμέσως επόμενον κεφάλαιον).
Σημ. Η απόδοσις των αποσπ. της «Πολιτείας» εγένοντο υπό των Φ. Παππά και Α. Παπαθεοδώρου, εκδ. ΠΑΠΥΡΟΣ.
Η Πυθαγόρειος Τετρακτύς
Πηγή
Ελευθέρα Βούλησις και Ανταποδοτική Δικαιοσύνη
Το παρακάτω άρθρον εδημοσιεύθη στο περιοδικόν «Ελληνική Αγωγή»,
έτος 8ο, Αρ. Φύλλου 18/71, Μαρτίου 2003.
Αι Ορφικαί Πινακίδες, περί των οποίων εδημοσιεύθη άρθρον εις το 15ον τεύχος του μηνός Δεκεμβρίου 2002 της ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ, έφερον εις το προσκήνιον το θέμα των επανενσαρκώσεων και της Ειμαρμένης. Ο Ορφικός Ορίζων διαπνέεται εκ της πεποιθήσεως της αθανασίας της ψυχής, βασιζόμενος εις την επαναληπτικότητα των βίων, κατά τους οποίους η ψυχή εναλλάξ προσλαμβάνει τον ένσαρκον φορέα της και του θανάτου, κατά τον οποίον μένει ελευθέρα, άνευ του «σήματος» σώματός της. Το «σήμα» είναι ο τάφος της ψυχής, λέγει ο Πλάτων (Κρατύλος 400C).
Ο Πλάτων, έχων παραλάβει εκ των Πυθαγορείων την Ορφικήν Θεολογίαν, εις τον μύθον του Ηρός της Πολιτείας (617) αναφέρει ότι αι ψυχαί διαλέγουν αι ίδιαι το είδος του βίου, που επιθυμούν να ζήσουν, όταν μεταβαίνουν προς ενσάρκωσιν (618Α – C). Η ελευθέρα επιλογή των τας καθιστά υπευθύνους των πράξεών των. Λέγει ο Πλάτων «αιτία ελομένου, θεός αναίτιος» (617Ε). Την ευθύνην την έχει ο επιλέγων, ο θεός είναι αναίτιος. Και τίθεται η ερώτησις: ποίος ο ρόλος της Μοίρας, εφ’ όσον δια της ελευθέρας βουλήσεως η άσαρκος ψυχή έχει επιλέξει προ της ενσαρκώσεώς της τον βίον που θα ζήση;
Προ του Πλάτωνος, ο Ηράκλειτος μας παρέδωσεν το απ. 25, το οποίον παρουσιάζει ιδιαίτερον ενδιαφέρον, σχετικώς με το θέμα των επανενσαρκώσεων και την σημασίαν των μοιρών:
«Μόροι γάρ μέζονες, μέζονας μοίρας λαγχάνουσι».
(Σημαντικώτεροι θάνατοι, κληρώνουν επιφανέστερα μερίδια ζωής).
Εις το απόσπασμα αυτό και ο Ηράκλειτος ομιλεί περί της επιλογής του βίου από την ψυχήν προ της ενσαρκώσεως. Τα έργα κατά την διάρκειαν του προτέρου βίου διαμορφώνουν τας προϋποθέσεις διά το είδος του κλήρου που θα επιλέξη η ψυχή κατά την επομένην ενσάρκωσιν. Όσον σημαντικώτερος ο βίος επισφραγισθείς δια του θανάτου/ μόρου, τόσον και ο λαχνός δια την επομένην ζωήν θα έχη μεγαλύτερον μερίδιον/ μοίρας, καλύπτων τας τύχας περισσοτέρων ανθρώπων.
Τί ακριβώς προσδιορίζει η λέξις μοίρα εις την Ελληνικήν Γλώσσαν;
Χώρος και χρόνος μοιράζονται την ιδίαν λέξιν, την λέξιν μοίραν. Αι μοίραι εις τον χώρον αναφέρονται εις τον Ζωδιακόν Κύκλον, τον Κύκλον του Διονύσου Ζαγρέως, (Ζ + Αγρεύς, του μεγάλου Ζα = προθ. επιθέτου και Αγρέως = Κυνηγού), δηλαδή του Μεγάλου Κυνηγού των ψυχών εις τον Αγρόν της Ζωής.
Ο Ορφικός Ύμνος των Μοιρών άπτεται της ιδέας του Ζωδιακού Κύκλου, αρχίζων ως εξής:
«Μοίραι απειρέσιοι, Νυκτός φίλα τέκνα μελαίνης,
κλύτε μου ευχομένου, πολυώνυμοι, αι τ’ επί λίμνης ουράνιας…».
(Ω Μοίραι αναρίθμητοι, αγαπητά τέκνα της μαύρης Νυκτός, ακούσατε την προσευχήν μου, εσείς με τα πολλά ονόματα, σεις πού κατοικείτε επάνω εις λίμνην επουρανία…).
Αλληγορική εικών του Ζωδιακού Κύκλου είναι η ουρανία λίμνη, εις την οποίαν κατοικούν αι μοίραι, επί των οποίων αρμενίζει ο πλανήτης Γη με τα έλλογα και άλογα όντα που τον κατοικούν. Εις τον 16ον στίχον του ιδίου Ύμνου ο Υμνωδός αναφέρεται εις τας τρεις μοίρας: Λάχεσιν, Κλωθώ και Άτροπον. Η ιδία λέξις, η μοίρα μοιράζεται χώρον και χρόνον, εφ’ όσον χρόνος είναι το παρελθόν, η Λάχεσις, το παρόν η Κλωθώ και το μέλλον η Άτροπος, αι τρεις θυγατέραι της Ανάγκης (Πολιτεία 617C). Εις δε τον χώρον ο κύκλος των «απειρεσίων» μοιρών (360°) είναι εις την δικαιοδοσίαν του Ζωδιακού Κύκλου του Διονύσου Ζαγρέως.
Αμφότεραι αι λέξεις μοίρα και μόρος προέρχονται εκ της αυτής ρίζης, της ρίζης μερ-, και διά της ετεροιώσεως μορ-, του ρήματος μείρομαι.
Μείρομαι (ρίζα μερ-, μέρος) 1) λαμβάνω το μέρος μου, το ανήκον εις εμέ μερίδιον, συμμερίζομαι, μετέχω τινός. 2) Διαιρώ, λαμβάνω δια κλήρου, μοιράζω, διαιρούμαι, χωρίζομαι από τινος. 3) παθ. παρακειμένου και υπερσ. είμαρται και είμαρτο = ήτο ωρισμένον υπό της μοίρας, ήτο πεπρωμένο, γραφτό. Ωσαύτως κατά μετοχήν ειμαρμένος, η, ον = ο προωρισμένος, αποφασισμένος, πεπρωμένος. Ως ουσ. η ειμαρμένη εξυπακούεται η μοίρα, ως το πεπρωμένη εκ του πέπρωται, ό,τι είναι καθωρισμένον διά τον καθένα, ό,τι είναι παραχωρημένον εις έκαστον υπό της μοίρας, το πεπρωμένον. Μέρος, μερίς, μερίζω, μοίρα, μόρος.
(Τα ανωτέρω ως προς το Λεξικόν Απάντων των Ρημάτων του Παν. Αλεξ. Διαμαντάκου, εκδ. Ι. ΣΙΔΕΡΗΣ, 1999).
Διότι η μεν Ειμαρμένη (εκ του μείρομαι = μοιράζω) αφορά εις την μοίραν του χώρου και του χρόνου κατά την οποίαν ετελέσθησαν αι πράξεις και ο θνητός εμοιράσθη με τους συνανθρώπους του τα της κοινής μοίρας του Ζωδιακού Κύκλου• το δε Πεπρωμένον εκ του ρήματος πόρω, εξ ου και πέπρωται, σημαίνει προσκομίζω, δωρίζω, προσπορίζω, αποκομίζω, ακριβώς εκείνα, τα οποία έχω πραγματοποιήσει διά της ελευθέρας βουλήσεως μου κατά την διάρκειαν της ζωής, την οποίαν εγώ ο ίδιος επέλεξα.
Ειμαρμένη, Πεπρωμένον, Αντιπεπονθός είναι χρόνου παρακειμένου. Και αι τρεις σημασίαι έχουν σχέσιν με τον Νόμον της Ανταποδοτικής Δικαιοσύνης.
Το Αντιπεπονθός, μετοχή ουδετέρου γένους Ενεργητικής Φωνής, παρακειμένου του ρήματος πάσχω και με την πρόθεσιν αντι-πάσχω, επισφραγίζει την ελευθερίαν της βουλήσεως. Επιβεβαιώνει, δηλαδή, ότι ό,τι προήλθεν εξ αιτίας των παρελθουσών πράξεών μου θα το υποστώ αντί + πάσχων. Αι αυτόβουλοι πράξεις μου, θετικαί και αρνητικαί, κυρώνονται αναλόγως από την Μοίραν Άτροπον εις τον μέλλοντα χρόνον διά του Νόμου του Αντι + Πεπονθότος, που ελειτούργησε κατά το πρόσφατον παρελθόν.
Ο παρακείμενος είναι κείμενος παρά. Αναφέρεται εις το πρόσφατον τετελεσμένον παρελθόν, συνεπώς έχει σχέσιν με την μοίραν Λάχεσιν και με το «μοίρας λαγχάνειν» του Ηρακλείτου της αυτής ρίζης λαγχάνω. Η μετοχή και των τριών ανωτέρω ρημάτων δηλώνει την μέθεξιν μετά του υποκειμένου. Τίνος υποκειμένου; της μοίρας, του αμόρου και του αντι + πάσχοντος.
Πού υπεισέρχεται η ελευθερία της βουλήσεως; Εις το δηλωτικόν του χρόνου της επιτελέσεως της πράξεως υπό του υποκειμένου, η οποία πράξις αναφέρεται εις το τετελεσμένον προσφάτως παρελθόν. Η χρονική στιγμή της τελέσεως της πράξεως προέρχεται, όχι από κάποιον αόριστον, αόρατον και άγνωστον ή γνωστόν θεόν ή άλλον εξωγενή παράγοντα, έτοιμον να τιμωρήση, αλλά από το ίδιον το άτομον. Διά των τετελεσμένων του πράξεων ωδήγησε την Ειμαρμένην ή Πεπρωμένον ή Αντιπεπονθός εις την κατανομήν του αντιστοίχου μεριδίου, το οποίον λαμβάνει έκαστος αναλόγως των πράξεων, τας οποίας ελευθέρως και κατόπιν των προσωπικών του επιλογών επραγματοποίησεν. Ουδείς θεός, αγαθός ή τιμωρός έχει μεσολαβήσει μεταξύ του ατόμου και της Ειμαρμένης ή Πεπρωμένου.
Δια της Ελευθερίας της βουλήσεως λειτουργεί ο Νόμος του Αντιπεπονθότος, δηλαδή ο αναπόδραστος Νόμος της Ανταποδοτικής Δικαιοσύνης.
ΕΔΩ