«Οι ασκήσεις της Μνήμης αποτελούν ενδυνάμωση της Ψυχής.»
Πλωτίνος «Περί Αισθήσεως και Μνήμης».
Ξεφυλλίζοντας τις
σύγχρονες ανατυπώσεις κειμένων των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων, τα
λιγοστά και αποσπασματικά "απομεινάρια" ενός ολόκληρου κόσμου και ενός
σώματος γνώσης -που μας πληγώνει να σκεφτόμαστε ότι κάποτε ήταν ενιαίο-
δεν είναι λίγες οι φορές που νιώθουμε τη σκέψη μας να "μουδιάζει"... Αν
αποτολμούσαμε να εξετάσουμε συνολικά τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, η
κυρίαρχη διαπίστωση στην οποία θα καταλήγαμε, θα ήταν ότι πρόκειται για
ένα δημιούργημα πνευματικά ανώτερο, την αντανάκλαση της
συλλογικής σκέψης πολ λών ξεχωριστών διανοιών, οι οποίες για κάποιο
"άγνωστο" λόγο, συνυπήρξαν στον συγκε κριμένο χώρο και χρόνο.
Τότε,
όμως, θα οδηγούμασταν σε ένα άλλο, εξίσου αφοπλιστικό ερώτημα, ποιοι
δηλαδή ήταν οι ιδιαίτεροι εκείνοι παράγοντες, οι οποίοι
συνέτειναν στη σχεδόν ταυτόχρονη, ενσάρκωση, όλων αυτών των ανώτερων
διανοιών στον ελληνικό χώρο; Κάποιοι εικάζουν ότι ήταν η γλώσσα. (Ή και
το καθεστώς δημοκρατίας που επικρατούσε) Ίσως πάλι όχι. Ή τουλάχιστον
όχι μόνο.
Γιατί υπάρχουν πργματικά πολλές ενδείξεις ότι οι
εκπληκτικές -σχεδόν υπεράνθρωπες- αυτές εγκεφαλικές ικανότητες των
δημιουργών του ελληνικού πολιτισμού, καλλιεργούνταν κατά τη μακρινή
αρχαιότητα, και μάλιστα σύμφωνα με μία πολύ συγκεκριμένη μέθοδο, η
οποία μεταγενέστερα επικράτησε να αναφέρεται ως Μνημονική Τέχνη. Δεν
αποκλείεται, επίσης, και η ίδια η μαθηματικά δομημένη, "μνημονική"
ελληνική γλώσσα, να αποτελεί, όπως θα δούμε και στη συνέχεια, απλή
προέκταση των ανώτερων διανοητικών ικανοτήτων που καλλιεργούνταν μέσω
της μακροχρόνιας και επίμονης εξάσκησης του νου, στο προαιώνιο αυτό
σύστημα γνώσης.
Η "Μνημονική Τέχνη"
Πρόκειται για μια
μέθοδο "εσωτερικής γραφής" -"αποτύπωσης", όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο
Αριστοτέλης "των εννοιών με τη μορφή εικόνων στις κέρινες πλάκες της
ψυχης"(!)- η οποία επιτρέπει στον ασκούμενο την ανάκληση κάθε
είδους πληροφορίας, σαν να ξεφυλλίζει τις σελίδες ενός
βιβλίου.
Με αυτόν τον τρόπο,
διευκολύνεται η παραγωγή πρωτότυπων ιδεών, οι οποίες φαίνονται να
προέρχονται από "έμπνευση", καθώς το λογικό μέρος του νου (που
λειτουργεί με το λόγο), δεν παρεμβάλλεται στη νοητική διαδικασία,
επιτρέποντας ενδεχομένως στην ανθρώπινη διάνοια να συντονιστεί σε
κάποιες συχνότητες, κατά τις οποίες γίνεται εφικτή η αλληλεπίδραση της
με κάποιο είδος "μορφογενετικού πεδίου" συμπαντικής γνώσης!
Άρρηκτα δεμένη με
κάθε ρητορική μάθηση αλλά και με την (προφορική) διάδοση της Μυθολογίας
και της Ιστορίας (πολλές φορές έμμετρα!), μπορούμε να είμαστε βέβαιοι
ότι η καλλιέργεια της μνημοτεχνικής γνώρισε ευρύτατη διάδοση σε ολόκληρο
τον ελλαδικό (καθώς και τον αιγυπτιακό) χώρο, πολλούς αιώνες πριν την
ανακάλυψη οποιουδή ποτε είδους γραφής! Μνήμες από τις μακρινές εκείνες
εποχές της αρχαιότητας μας μεταφέρει ο Πλάτωνας στο διάλογο "Φαιδρός",
όπου με έκπληξη παρατηρούμε τον θρυλικό για τη σοφία του βασιλέα των
αιγυπτιακών Θηβών, Θαμού - Άμμωνα, να επιπλήττει το θεό Θεού για την
ανακάλυψη της γραφής, λέγοντας του τα εξής: «Και τώρα εσύ, που είσαι ο
πατέρας των γραμμάτων, οδηγήθηκες από την συμπάθεια σου (προς τους
ανθρώπους) να τους αποδώσεις μια ικανότητα αντίθετη από εκείνη την οποία
πραγματικά κατέχουν. Γιατί αυτή η εφεύρεση (η γραφή) θα προκαλέσει τη
λήθη στα μυαλά όσων μάθουν να την εξασκούν, επειδή δεν θα καλλιεργούν
πλέον τη μνήμη τους!
Η πλατωνική "ανάμνηση της ψυχής"
Αν η μνήμη αποτελεί
για τον Αριστοτέλη φυσική νοητική διαδικασία, για τον Πλάτω να δεν
είναι παρά ανάμνηση της ψυχής από τον Κόσμο των Ιδεών.
Στο Θεαίτητο
βρίσκουμε το Σωκράτη να χρησιμοποιεί για την ψυχή την ίδια παρομοίωση,
ότι δηλαδή αυτή αποτελείται από ένα υλικό σαν κερί, στο οποίο οι ιδέες
αποτυπώνονται με τη μορφή εικόνων και αποτελεί το δώρο της Μνημοσύνης,
της μητέρας των Μουσών, στους ανθρώπους. Στο διάλογο Φαίδων αναπτύσσεται
η θεωρία ότι, καθώς είναι αδύνατο να αντιληφθούμε κάτι το οποίο δεν
έχει καμία σχέση με εμάς, αναγκαστικά κάθε μάθηση/γνώση είναι έμφυτη
στην ψυχή μας. Αντιλαμβανόμαστε π.χ. το δίκαιο ή το άδικο, επειδή η ψυχή
μας είναι εξοικειωμένη με την έννοια της δικαιοσύνης από την
προηγούμενη ύπαρξη της στον Κόσμο των Ιδεών, πριν ενσαρκωθεί στο σώμα
μας.
Την περίοδο 86-82
π.Χ., κάποιος άγνωστος καθηγητής της ρητορικής τέχνης στη Ρώμη,
ολοκλήρωνε για τους μαθητές του μια πραγματεία, η οποία έμελλε να μείνει
στην Ιστορία με το όνομα του προσώπου στο οποίο αφιερωνόταν, κάποιον
(επίσης άγνωστο) Ερέννιο (Ad Herennium). Η αξία του συγκε κριμένου
έργου, είναι για τους σύγχρονους ερευνητές της Τέχνης της Μνήμης πραγμα
τικά ανεκτίμητη, καθώς πρόκειται ουσιαστικά για τη μοναδική σχετικά
ολοκληρωμένη πηγή, αναφορικά με το προαιώνιο αυτό σύστημα γνώσης, η
οποία ευτυχήσαμε να φτάσει ακέραιη ως τις μέρες μας από τον αρχαίο
κόσμο.
«Υπάρχουν δύο είδη μνήμης», αναφέρει ο ανώνυμος συγγραφέας
σε αυστηρά ακαδημαϊκό ύφος και ύστερα από εκτενή ανάλυση των μερών της
ρητορικής τέχνης, η φυσική και η τεχνητή. Η φυσική μνήμη, είναι εκείνη η
οποία χαράσσεται στο νου μας ταυτόχρονα με τη σκέψη. Η τεχνητή μνήμη
ενδυναμώνεται και στερεοποιείται με την εκπαίδευση».
Το "πολύτιμο" κείμενο Ad Herennium φαίνεται να βάζει τα
πράγματα σε μια σειρά, όσον αφορά την αναζήτηση των αρχών της "χαμένης" Τέχνης της Μνήμης. «Γνωρίζω ότι οι
περισσότεροι από τους Έλληνες, οι οποίοι έχουν γράψει αναφορικά με τη
Μνήμη, ακολούθησαν την οδό της παράθεσης εικόνων που ανταποκρίνονται σε
πολλές λέξεις (έννοιες-verba), έτσι ώστε όσοι θα επιθυμούσαν να απομνημονεύσουν αυτές τις εικόνες, θα τις είχαν έτοιμες χωρίς να κοπιάζουν στην
αναζήτηση τους».
Κάπως έτσι, ή
μάλλον, ακριβώς έτσι, δεν ήταν και οι πρώτες μορφές γραφής;
Συγκεκριμένες εικονομορφικές συμβολικές αναπαραστάσεις (π.χ.
ιερογλυφικά), οι οποίες χρη σιμοποιούνταν για να αποδώσουν πολλαπλά
παρεμφερή νοήματα;
Ο Giordano Bruno παρατήρησε ότι η
"εκμαίευση" των αληθειών από τον Σωκράτη επιτυγχανόταν ξεκινώντας από
απλούς ορισμούς των εννοιών και διερευνώντας όλες τις γύρω τους.
Τώρα άς "ξεχάσουμε" για
λίγο όλα όσα γνωρίζουμε για τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και ας
επιχειρήσουμε να τον ξανα-αντικρίσουμε με την αποκαλυπτική απλότητα της
πρώτης ματιάς. Παρατηρούμε λοιπόν, ότι τα ονόματα και οι ιδιότητες των
αρχαίων Θεών συμπί πτουν με τα αντίστοιχα των πλανητών, ενώ η δράση τους
αποτυπώνεται σε επεισόδια της Μυθολογίας, με συμμετοχή και κατώτερων
θεοτήτων, τα ονόματα των οποίων πάλι, κατά "σύμπτωση", συμπίπτουν με τα
ονόμα τα και τις ιδιότητες των αστερισμών! Σε κάποια φάση της
εξέλιξης του πολιτισμού αυτού, δημιουργείται από πρωτογενείς
αποτυπώσεις των εννοιών σε εικόνες, μια αρχική μορφή κωδικοποιημένης
επικοινωνίας, η οποία φθείρεται με την πάροδο των αιώνων και
απλοποιείται, για να δώσει τη θέση της στους χαρακτήρες που γνωρίζουμε
σήμερα ως γραφή!
Όλοι λοιπόν οι
τομείς γνώσης (π.χ. η Αστρονομία, τα Μαθηματικά, η Φιλοσοφία, η Μουσική,
η θρησκεία, οι εικαστικές τέχνες, η Ναυσιπλοΐα, η Αρχιτεκτονική, κ.α.)
είναι φυσικά αλληλένδετοι μεταξύ τους, αλληλεπιδρούν και εξελίσσονται
ταυτόχρονα και για την αποτύπωση τους χρησιμοποιούν την παραφθαρμένη
μορφή των αρχικών "μνημονικών" εικόνων (γραφή). Σημειώστε ότι τα
γράμματα του ελληνικού αλφαβήτου χρησιμοποιούνται για να αποδώσουν όχι
μόνο τον γραπτό λόγο, αλλά και τους αριθμούς, καθώς και τους μουσικούς
τόνους (νότες)
* Μήπως ολόκληρο
το σώμα της αρχαίας και σύγχρονης γνώσης στηρίχθηκε στις αρχές της
Τέχνης της Μνήμης, σύμφωνα με τις οποίες η μάθηση οικοδομείται με την
ορθή τοποθέτηση κάθε πληροφορίας πάνω στην παλαιά γνώση;
* Μήπως
είχε δίκιο ο Πλάτωνας και η γνώση που προέρχεται από το διάβασμα γραπτών πηγών δεν ασκεί καμία απολύτως επίδραση στη διαμόρφωση της ψυχής
μας, αλλά λειτουργεί ανασταλτικά στην απόκτηση της σοφίας;
* Μήπως,
αντίθετα με τις απόψεις των ιστορικών και των ανθρωπολόγων, η ανάπτυξη
της γραφής σήμανε την έναρξη μιας εκτεταμένης περιόδου πνευματικής παρακμής του ελληνισμού, καθώς άρχισε σταδιακά να εγκαταλείπεται η μνημονική
Τέχνη;
* Μήπως το πραγματικό απόγειο του ελληνικού πολιτισμού θα
πρέπει να το αναζητήσουμε όχι στην κλασική εποχή, αλλά στην εκτενή
προ-ομηρική περίοδο, κατά την οποία διαμορφώνονταν οι μυθικές αντιλήψεις
και η γλώσσα;
* Μήπως η ταύτιση της σκέψης με μη συγκεκριμένες
μορφές και εικόνες εννοιών (όπως αυτές της ελληνικής Μυθολογίας),
αποδεσμεύει την ανθρώπινη διάνοια από τις από τις "αλυσίδες" της
ασφυκτικά λογικής, γραμμικής πραγματικότητας και επιτρέπει την
επικοινωνία με τη συμπαντική διάνοια, καθιστώντας δυνατή την πλατωνική
ανάμνηση της ψυχής;
* Μήπως θα πρέπει να επιχειρήσουμε να
"ξαναδιαβάσουμε" ολόκληρη την ελληνική Μυθολογία, προσπαθώντας να
αποκωδικοποιήσουμε τις "μνημονικές" της εικόνες;
* Μήπως το ίδιο θα
πρέπει να κάνουμε και με την αρχαία ελληνική τέχνη στο σύνολο της,
προσέχοντας τόσο την ακριβή θέση της κάθε ανάγλυφης μορφής π.χ. στα
αετώματα ή στις εισόδους των αρχαίων ναών όσο και τις επιμέρους της
λεπτομέρειες;
* Μήπως, κάτω από το φως των νέων αυτών αποκαλύψεων, η
αρχαία ελληνική μυθολογία θα έπρεπε να εισαχθεί στην εκπαίδευση και να
διδάσκεται σχολαστικά, προκειμένου να αυξηθούν οι μαθησιακές,
αντιληπτικές και συλλογιστικές ικανότητες των μαθητών;
* Μήπως το ίδιο ακριβώς θα πρέπει να γίνει και με τις αρχές της μνημονικής τέχνης;
*
Μήπως όλες αυτές οι αλήθειες κρατήθηκαν επίτηδες κρυφές από το ευρύ
κοινό, σε μια προσπάθεια γενικότερης πνευματικής υποβάθμισης του συνόλου
από ομάδες μυημένων, ώστε να καθίσταται ευκολότερη η χειραγώγηση του;
(Είναι γνωστό ότι ειδικά στην περίπτωση του Μπρούνο, οι διδασκαλίες του
ποτέ δεν έγιναν ευρύτερα γνωστές, ωστόσο αποτέλεσαν το πνευματικό
υπόβαθρο της οργάνωσης των Ροδόσταυρων.)
* Μήπως η επιστροφή στην
εξάσκηση της Τέχνης της Μνήμης θα οδηγούσε όχι μόνο τον ελληνισμό, αλλά
και ολόκληρη την ανθρωπότητα σε μια νέα πνευματική ανάταση;
Του Χρήστου Βαγενά
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Τρίτο Μάτι».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου