«Κυττάζω» καὶ ὄχι «κοιτάζω». Κυττάζω (κυττῶ) ἀπὸ τὸ κυπτάζω-κυπτῶ, σκύβω δηλαδὴ νὰ δῶ μὲ προσοχή.
«Κοιτάζω» ἀπὸ τὴν «κοίτη», δηλαδὴ τὸ κρεββάτι, τὴν κλίνη.
Κοιτάζω σημαίνει κοιμᾶμαι.
Κυττάζω-κυττῶ σημαίνει βλέπω.
Χρύσα Λίνδου
εἰκόνα
πηγή
διαβάστε καί ΕΔΩ