λουλούδι >μεσαιωνική > 1. αλβανική lule
>2. λατινική lilium (κρίνο)
άνθος > αρχαία ελληνική ἄνθος >ἀνθῶ >αρχ. ἄνθος
>αρχ. Ἀνθεστήρια
Τά Ἀνθεστήρια ήταν τριήμερη εορτή τής αρχαίας Αθήνας πρός τιμήν τού θεού Διονύσου κατά τίς αρχές τού Μαρτίου.
ἄν-θος έκ τού ἀνθέω -ἀνθῶ
Από τήν πρόθεση ἀνά πού σημαίνει επάνω, καί τής ρίζας >θέω - θώ = τρέχω , ορμώ.
Άρα τό ἄνθος είναι οί ορμές πού εκδηλώνει τό φυτό στό πάνω μέρος τού στελέχου του.
Απλά Ελληνικά βρέ παιδιά.
ΣΟΦΙΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου